Ελληνική Ποδοσφαιρική Πραγματικότητα: Πατριώτες (απλά) τολμήστε!

*Του Χρήστου Αναγνωστόπουλου

Οι εμπνευστές του “The Insiders” ξεκίνησαν με την «φιλοδοξία να ξεφυλλίζουν καθημερινά», όπως γράφουν, το «ζωντανό βιβλίο του αθλητισμού». Θεωρώντας την λέξη «ζωντανό» ως λέξη-κλειδή αυτής της πρόσκλησης, δράττομαι της ευκαιρίας να απαντήσω στο πρόσφατο άρθρο το Δρ Αθανάσιου Μπατσίλα (βλέπε: «Πατριώτες τολμήστε, μεταναστεύστε, ονειρευτείτε!») σχετικά με την ελληνική ποδοσφαιρική πραγματικότητα. Αυτή η ανερχόμενα σημαίνουσα ηλεκτρονική πλατφόρμα προσφέρει την δυνατότητα, άλλωστε, για εμπεριστατωμένη επικοινωνία μέσω της οποίας η φιλοδοξία των εμπνευστών της να κρατηθεί έτσι ακριβώς: «ζωντανή».

 

Η γλαφυρή περιγραφή του Αθανάσιου Μπατσίλα (συνεπικουρούμενη από εμπειρικά παραδείγματα) σε καμία περίπτωση δεν αξιώνει αντιρρήσεις για την αλήθεια ή την ορθότητα της κατάστασης που επικρατεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Το αν η φράση «οι ποδοσφαιρικοί ειδήμονες είναι αδαείς», όπως χαρακτηριστικά γράφει, είναι απλά προϊόν προσωπικών εμπειριών και μόνο, δεν υποστηρίζεται, μιας και το περιεχόμενο της διατύπωσης αυτής, δυστυχώς, επιβεβαιώνεται καθημερινά στο ευρύτερο πλαίσιο της ποδοσφαιρικής κοινότητας. Ως εκ τούτου, ο Μπατσίλας μάλλον ορθώς εκφράζεται.

 

Ξεπερνώντας την καταγραφή της ελληνικής ποδοσφαιρικής πραγματικότητας που τόσο εύστοχα ο Μπατσίλας αποτυπώνει, στέκομαι στην πρότασή του αυτή καθεαυτή. Αφορά στην προτροπή προς τα εκκολαπτώμενα (και όχι μόνο) στελέχη του ποδοσφαιρικού – και του ευρύτερου αθλητικού – κλάδου ότι με «τόλμη», και δια της «μεταναστευτικής» οδού, τα (προσωπικά) «όνειρα» μπορούν να γίνουν πραγματικότητα. Σίγουρα δεν είμαι εγώ αυτός που θα αρνηθεί την εγκυρότητα της προτροπής αυτής.

 

Το προσωπικό παράδειγμα του Μπατσίλα, επίσης, ισχυροποιεί την πρόταση. Ωστόσο το πρόβλημα της πρότασης δεν αφορά στην εγκυρότητά της (ακομα και αν, φυσικά, οι δυσκολίες για καριέρα στο εξωτερικό είναι πολλές και διαφορετικής φύσεως), αλλά στην ίδια την πρόταση. Αν και το πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται το μήνυμά του είναι όντως απογοητευτικό (δηλ. το ποδοσφαιρικό περιβάλλον της Ελλάδος δεν ευνοεί τα «όνειρα») η πρόταση είναι άκρως πεσιμιστική και, φοβάμαι, συλλογικά ανεύθυνη. Το ποδόσφαιρο, όπως φυσικά και άλλες –σημαντικότερες – πτυχές της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ζωής του τόπου, χρειάζονται τους ανθρώπινους πόρους – και το αντίστοιχο διανοητικό κεφάλαιο – έτσι ώστε αυτό το πλαίσιο που δεν κράτησε τον Μπατσίλα στην Ελλάδα (και που ταυτόχρονα δεν ευνοεί εμένα να επιστρέψω) να αλλάξει. Με τόλμη, εμπειρία και τεχνογωσία. Πάνω απ΄όλα, όμως, απαιτείται συλλογική υπευθυνότητα στο «μέσο» (ας το αποκαλέσουμε «ποδοσφαιρικό μέσο») το οποίο ή πιό σωστά διά του οποίου – μπορούμε να ονειρεύομαστε˙ ακόμα και να μεταναστεύουμε. Η αξιέπαινη – και για πολλούς αξιοζήλευτη – «ποδοσφαιρική» πορεία του Μπατσίλα είχε άρωμα Ελλάδας. Η (ποδοσφαιρική) Ελλάδα, λοιπόν, στο βαθμό που της αναλογεί υπήρξε πλατφόρμα (βλέπε Ολυμπιακούς Αγώνες 2004, αθλητικό σχολείο Λάρισας) για την αξιέπαινη αυτή πορεία. Για ηθικούς λόγους (και όχι χαζο-εθνικιστικούς) η όποια θεωρητική ή/και πρακτική γνώση του Μπατσίλα, του Αναγνωστόπουλου και όποιου άλλου χρησιμοποίησε το «ποδοσφαιρικό μέσο» για την επίτευξη επαγγελματικών φιλοδοξιών (θα) πρέπει να κεφαλαιοποιηθεί – με κάποιο τρόπο – στην/από την (ποδοσφαιρική) Ελλάδα. Θα χρησιμοποίησω (και εγώ) ένα μόνο προσωπικό παράδειγμα.

 

Όταν ο Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αμοιβομένων Ποδοσφαιριστών, Στέλιος Γιαννακόπουλος, με προσκάλεσε να παρασθώ στην Γενική Συνέλευση του συνδέσμου τον Μάϊο του 2011, αρχικώς απέφυγα να δεχτώ την πρόσκλησή του. Θεώρησα, βλέπετε, το ελληνικό ποδοσφαιρικό περιβάλλον (και όχι τον ΠΣΑΠ αυτόν καθαυτόν) «ανέτοιμο» (ελλείψει άλλης λέξης) να κατανοήσει τις προτάσεις που είχα στο μυαλό μου (προτάσεις που είναι προϊόν της ερευνητικής μου δραστηριότητας που εστιάζει στο Αγγλικό ποδόσφαιρο). Τελικώς, απεδέχθη την πρόσκληση (έκτοτε, μάλιστα, διατηρώ επαφή με τον σύνδεσμο) καταθέτοντας συγκεκριμένες προτάσεις για το πώς οι ποδοσφαιριστές έχουν την δύναμη να αλλάξουν το ελληνικό ποδοσφαιρικό σκηνικό, νομιμοποιώντας ακόμα περισσότερο τον ρόλο τους. Το έκανα τόσο από ηθική υποχρέωση όσο και από συνυπεύθυνότητα για την παρούσα κατάσταση στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ηθική υποχρέωση σίγουρα, μιας και το ελληνικό ποδόσφαιρο υπήρξε το προσωπικό μου «ποδοσφαιρικό μέσο» για μια ακαδημαϊκή καριέρα. Συνυπέυθυνος, περισσότερο εάν δεν το έκανα.

 

Ολοκληρώνω την τοποθέτησή μου, λέγοντας τούτο. Αντί για να μεταναστεύσουμε πατριώτες, ας (απλά) τολμήσουμε! Ας τολμήσουμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας: ο ποδοσφαιρο-πνευματικός (!), ποδοσφαιρο-θεσμικός, ποδοσφαιρο-οικονομικός κόσμος, ο καθένας από το δικό του μετερίζι έτσι ώστε να μπορέσουμε να «ονειρευόμαστε» χωρίς απαραίτητα να ξενιτευόμαστε. Ο (κάθε) Μπατσίλας αποτελεί κεφάλαιο για το ελληνικό ποδόσσφαιρο˙ θα πρέπει να «αναγνωριστεί» και να αξιοποιηθεί. Θα πρέπει, ωστόσο, να συνεχίζει να εφοδιάζει με γνώσεις και εμπειρία έναν κλάδο που τόσο τον έχει ανάγκη (ίσως, πια, περισσότερο από ποτέ), αλλά και που τόσο ο ίδιος έχει (έχουμε) έμμεσα ή/και άμεσα επωφεληθεί απο αυτόν.

 

*Ο Χρήστος Αναγνωστόπουλος είναι λέκτορας στο Αθλητικό Μάνατζμεντ στη Business School του Πανεπιστημίου Coventry της Αγγλίας και ερευνητικό μέλος του Διεθνές Κέντρου Αθλητικής Επιχειρηματικότητας που εδράζει στο εν λόγω Πανεπιστήμιο.